Προσφατα
.

22.6.21

Πιτ Σίγκερ

Ο Πιτ Σίγκερ έχει χαρακτηριστεί η φωνή των Αμερικανών εργατών. Ακτιβιστής μέχρι τα ενενήντα του, επέλεξε να μιλήσει για τα ανθρώπινα και εργατικά δικαιώματα μέσα από τα τραγούδια του. 
 
Υπήρξε εμβληματική μορφή της φολκ μουσικής ενώ ενέπνευσε μεγάλα ονόματα του χώρου, όπως τον Μπομπ Ντίλαν. Ήταν μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος των ΗΠΑ, αλλά σύντομα αποχώρησε απογοητευμένος από τη Σοβιετική Ένωση. Παρέμεινε όμως, πάντα πιστός στις ιδέες του. Αρνήθηκε να καταδώσει τους συντρόφους του στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών (HUAC) του ΜακΚάρθι, και τιμωρήθηκε με 17 χρόνια αφάνειας από τα ΜΜΕ. 
 
Με το πεντάχορδο μπάντζο του εισήγαγε την πολιτική στη μουσική 
Ο Πιτ Σίγκερ γεννήθηκε στις 3 Μαΐου 1919 στη Νέα Υόρκη και μεγάλωσε σε οικογένεια μουσικών. Το 1937 κέρδισε μερική υποτροφία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Οι επιδόσεις του, όμως, ολοένα και χειροτέρευαν, με αποτέλεσμα να χάσει την υποτροφία τον επόμενο χρόνο. Η πολιτική και η μουσική τον κέρδισαν. 
Σε ηλικία είκοσι ετών έκανε το ντεμπούτο του σε μια καλοκαιρινή περιοδεία κουκλοθέατρου. 
Η μουσική του καριέρα ακολουθούσε πιστά τις πολιτικές εξελίξεις. Τη δεκαετία του ’40, η Αμερική σημαδεύτηκε από μεγαλειώδεις απεργίες από την Μινεάπολη μέχρι το Τολέδο. 
Ο Πιτ Σίγκερ έγραφε τραγούδια υπέρ των εργατικών δικαιωμάτων και συμμετείχε στις απεργιακές κινητοποιήσεις με το πεντάχορδο μπάντζο του. Αντίστοιχη συμμετοχή είχε στο κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Το δημοφιλέστερο τραγούδι του «Where Have All the Flowers Gone» ήταν ένα αντιπολεμικό μήνυμα και βρέθηκε στο Τοπ 10 των ΗΠΑ δεκάδες φορές. 
Στην τελευταία στροφή οι στίχοι λένε: 
Where have all the young men gone? 
Gone for soldiers every one 
When will they ever learn? 
When will they ever learn? 
Where have all the soldiers gone? 
Long time passing 
Where have all the flowers gone…

Κατά τη διάρκεια του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικάνων τη δεκαετία το 1960, ο Πιτ Σίγκερ μαζί με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ βρίσκονταν στην κεφαλή μιας πολυπληθούς διαδήλωσης και οι διαδηλωτές τραγουδούσαν το «Will Shall Overcome». 

Το τραγούδι του Σίγκερ ήταν μια διασκευή παλαιότερων θρησκευτικών ύμνων και μετατράπηκε στη «Διεθνή» του συγκεκριμένου κινήματος. 

Ο Σίγκερ με την μουσική του συνέβαλλε στην αμφισβήτηση που επικρατούσε τόσο στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς. Εκτός από τις συνειδήσεις χιλιάδων ανθρώπων, ο διάσημος τραγουδιστής επηρέασε και καλλιτέχνες. 
 
Ο Μπομπ Ντίλαν αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αν και συνέβαλε στην ανάδειξή του στη μουσική σκηνή, γρήγορα συγκρούστηκε μαζί του, όταν ο Ντίλαν εισήγαγε τον ηλεκτρικό ήχο στη φολκ μουσική. 
 
Διώχθηκε από τις αμερικανικές αρχές και τον ΜακΚάρθι αλλά συνέχισε απτόητος την πολιτική του δράση μέχρι τα 94 του  
Το 1950 ο Πιτ Σίγκερ εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ. Την επόμενη χρονιά το εγκατέλειψε, παρακολουθώντας απογοητευμένος την εξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό, όμως, δεν σήμανε την πολιτική του απόσυρση. Αντίθετα έμεινε σταθερός στις απόψεις και στη μαχητικότητά του. 
 
Η δράση του τον έβαλε στο στόχαστρο της κυβέρνησης των ΗΠΑ και του γερουσιαστή ΜακΚαρθι. Οι ύμνοι κατά του φασισμού που τραγουδούσε άλλοτε με τον Γούντι Γκάθρι και άλλοτε με το συγκρότημά του, τους Weavers, έκαναν τις αρχές να τον κατηγορήσουν ως φιλοκομμουνιστή και να ξεκινήσουν οι αντίστοιχες διώξεις εναντίον του. 
 
Το 1956 κλήθηκε από την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών (HUAC) να καταθέσει, με το επιχείρημα ότι το τραγούδι του «If I had a Hammer» είχε προκαλέσει τις αρχές. Αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις της Επιτροπής και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους για ασέβεια και περιφρόνηση του Κογκρέσου. 
 
Ο Σίγκερ κινήθηκε δικαστικά και δικαιώθηκε. Κέρδισε την ελευθερία του αλλά σταμάτησε η προβολή του στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για 17 χρόνια. 
 
Μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Πιτ Σίγκερ παρέμενε ένας αθεράπευτος ακτιβιστής. Τα τελευταία χρόνια, η περιβαλλοντική ρύπανση και η κλιματική αλλαγή είχαν ευαισθητοποιήσει τον διάσημο μουσικό. 
 
Σε ηλικία 87 ετών συμμετείχε σε μία καμπάνια για τη διάσωση του ποταμού Χάτσον, βόρεια του Μανχάταν. Την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα βρισκόταν σ’ένα ξύλινο σπιτάκι δίπλα στον ποταμό (Beacon Sloop Club) και συζητούσε για την χλωρίδα και πανίδα του τόπου με άλλους πολίτες, κυρίως παιδιά. Είχε χαρακτηριστεί ως ο τραγουδιστής του ποταμού. 
Πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 2014, σε ηλικία 94 ετών. Ακτιβιστής μέχρι την τελευταία μέρα.



.mixanitouxronou

« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια