Προσφατα
.

11.6.18

Ο «Άσχημος»

Όλοι στην πολυκατοικία μας ξέραμε τον «Άσχημο». Ήταν ο αλητόγατος της γειτονιάς. Tρία πράγματα του άρεσαν στη ζωή: Να καυγαδίζη, να τρώει σκουπίδια και -ας το πούμε έτσι- να αγαπάη. 

Ο συνδυασμός αυτών των πραγμάτων με το γεγονός ότι έζησε όλη τη ζωή του στο δρόμο, είχαν επάνω του συγκεκριμένα αποτελέσματα. 

 Πρώτα απ’ όλα ήταν μονόφθαλμος. Στο μέρος που έπρεπε να υπάρχη το ένα από τα μάτια του βρισκόταν ένα χάσκον κενό, ενώ εκεί που μάλλον βρισκόταν το δεύτερο φαινόταν κι αυτό σαν άδεια τρύπα. 
Από την ίδια πλευρά του χάσκοντος κενού στη θέση του ματιού έλλειπε και το αυτί. Τα αριστερό του πόδι φαίνεται ότι σε κάποια περασμένη εποχή είχε σπάσει άσχημα και είχε ξαναδέσει, σχηματίζοντας μια πολύ παράξενη γωνία για πόδι γάτου, έτσι που όταν περπατούσε έδινε την εντύπωση ότι μάλλον στρίβει παρά περπατά στην ευθεία. 
Όσο για την ουρά του, αυτή είχε χαθεί εδώ και πολύ καιρό αφήνοντας στη θέση που υπήρχε ένα υπόλειμμα που κουνιόταν διαρκώς. 

 Ο «Άσχημος» θα πρέπει κάποτε να ήταν από εκείνα τα γατιά με τις γκρίζες ραβδώσεις και ίχνη της αρχικής του γούνας διακρινόταν όπου δεν υπήρχαν ουλές, όπως π.χ. στο κεφάλι του, το λαιμό, στους ώμους ή ακόμα και στα πόδια. Κάθε φορά που κάποιος τον έβλεπε η αντίδραση ήταν πάντα η ίδια: «Άσχημος που είναι ο βρωμόγατος!» 

 Όλα τα παιδιά της γειτονιάς είχαν πάρει την εντολή απ’ τους γονείς τους να μην τον αγγίζουν με κανένα τρόπο, οι μεγάλοι του έριχναν πέτρες, αν έβρισκαν, ή ό,τιδήποτε άλλο μπορούσε να χρησιμοποιηθή για αυτό το σκοπό. 
Κάποιος του είχε κάποτε πετάξει ένα τηλεφωνικό κατάλογο, ενώ συνηθέστερο σπορ των γειτόνων ήταν να τον βάζουν στο σημάδι με τις σακούλες των σκουπιδιών. 
Άλλες φορές τον κατάβρεχαν με το λάστιχο απ’ τα μπαλκόνια, τον κλωτσούσαν τις πολύ σπάνιες φορές που προσπαθούσε να μπει σε κάποιο σπίτι, και μάλιστα ένας καλός και ευηπόληπτος οικογενειάρχης το βρήκε πολύ διασκεδαστικό να του κλείση το πόδι στην εξώπορτα της πολυκατοικίας μια φορά που ο γάτος αρνήθηκε ή καθυστέρησε να εγκαταλείψη τον κοινόχρηστο χώρο. 

 Σ’ αυτές τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης… ανωτερότητας απέναντι στο ανυπεράσπιστο αδέσποτο ζώο, η αντίδραση του Άσχημου ήταν πάντα η ίδια. 
Αν τον κατάβρεχαν με το λάστιχο καθόταν ακίνητος στη θέση που βρισκόταν, αποδεχόμενος το μούσκεμα μέχρις ότου ο… πυροσβέστης να σκεφτή το λογαριασμό που θα πλήρωνε στην ΕΥΔΑΠ και να εγκαταλείψη την προσπάθεια του βασανισμού του αδέσποτου γάτου. 
Αν του πετούσαν κάτι κουλούριαζε το κατασημαδεμένο του σώμα και δεν κουνιόταν. 

 Κάθε φορά που έβλεπε τα παιδιά να παίζουν, έπαιρνε φόρα και έτρεχε νιαουρίζοντας δυνατά να τρίψη το κεφάλι του στα χέρια τους ή τα πόδια τους, εκλιπαρώντας λες λίγη στοργή. 
Κάποτε που κάποια γηραιά κυρία της γειτονιάς τον πήρε αγκαλιά, γιατί υπήρξε περίπτωση που συνέβη και αυτό το φαινόμενο, άπλωσε το πόδι του και έπαιζε με το σκουλαρίκι της, που κρεμόταν και άστραφτε αρκετά προκλητικά θα έλεγα, σαν μωρό. 

 Παρά τα όσα παθήματά του ο Άσχημος δεν έδειχνε να έχει συναίσθηση του κινδύνου κι έτσι κάποια μέρα σκέφτηκε να εκφράση τα αγνά του αισθήματα σε ένα λυκόσκυλο ενός γείτονα. 
Το σίγουρο είναι ότι το λυκόσκυλο δεν συμμεριζόταν τα ίδια αισθήματα με τον Άσχημο, που τον άρπαξε στην πανίχυρη σιαγόνα του και τον έσειε δυνατά. Άκουσα τα γατίσια ουρλιαχτά του μαζί με τα δυνατά γρυλίσματα του σκύλου απ’ το διαμέρισμά μου και έτρεξα στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει. 
Δεν πρόλαβα να το σκεφτώ καν και έτρεξα κατεβαίνοντας τις σκάλες ανά πέντε για να γλυτώσω τον άμοιρο γάτο. Ήδη το αφεντικό του σκύλου είχε κατορθώση να ελευθερώση το γατί από τις δαγκάνες του και έφευγε τρέχοντας τραβώντας το τέρας από το κολλάρο. Ο Άσχημος κοιτόταν στην άσφαλτο και ήταν προφανές ότι η θλιβερή του ζωή είχε φτάσει στο τέλος της. 

 Βρισκόταν πεσμένος μέσα σε ένα υγρό κύκλο. Τα πίσω πόδια του και το κάτω μέρος του κορμού του ήταν γυρισμένα αφύσικα και ένα μεγάλο σχίσιμο φάνταζε στο μέτωπό του. Τον σήκωσα με προσοχή, τον αγκάλιασα και προσπάθησα να τον μεταφέρω στο σπίτι. 
Άκουσα τη φωνούλα του να βγαίνει ξεψυχισμένα σαν αναστεναγμός, ενώ ταυτόχρονα ένοιωθα μια πολύ αδύναμη προσπάθειά του να κινηθή. «Πρέπει να τον πονάω πολύ», σκέφτηκα. Εκεί ήταν που ένοιωσα κάτι στ’ αυτί μου. 

 Μέσα στους τρομερούς του πόνους και στην επιθανάτια αγωνία του, που ήταν περισσότερο από προφανής, προσπαθούσε να μου γλείψη το αυτί. Τον πλησίασα περισσότερο προς εμένα και όπως είχα πιάσει με το δεξί μου χέρι το κεφάλι του το έτριψε στην παλάμη μου, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια. 
Έστριψε το μοναδικό του χρυσό μάτι προς το μέρος μου και άκουσα το γνωστό ήχο του γατίσιου γουργουρίσματος. Ακόμα και στο μεγαλύτερο πόνο, αυτό το κακάσχημο, τρομοκρατημένο γατί το μόνο που ζητούσε ήταν λίγη στοργή. 

 Εκείνη τη στιγμή ένοιωσα ότι ο Άσχημος ήταν το ομορφότερο, το πιο αξιαγάπητο πλάσμα που είδα ποτέ. Έστω και στην κατάσταση που βρισκόταν, όσο πόνο κι αν ένοιωθε δεν προσπάθησε να με γρατζουνίση ή να με δαγκώση, έστω να κάνη μια προσπάθεια να ξεφύγη από την αγκαλιά μου ή να μου αντισταθή με όποιοδήποτε τρόπο, όπως νόμιζα ότι θα ήταν η φυσική αντίδραση ενός ζώου. 
Με κοίταζε μόνο με εμπιστοσύνη, ελπίζοντας ότι θα κάνω κάτι να του απαλύνω τον πόνο. 

Πέθανε στα χέρια μου πριν προλάβω να μπω στο σπίτι. 
Για πολύ ώρα κάθησα στα σκαλιά κρατώντας τον άψυχο σωμα του Άσχημου στην αγκαλιά μου με τη σκέψη πως ένα τρομαγμένο γατί μπορούσε να μου αλλάξη τόσο πολύ τη γνώμη για το τι σημαίνει αληθινή καθαρότητα πνεύματος, ώστε να αγαπά κανείς τόσο ειλικρινά και ολοκληρωτικά. 

 Ο Άσχημος μου έμαθε για την ανθρωπιά, την προσφορά και τη συμπάθεια περισσότερα από όσα χιλιάδες βιβλία, διαλέξεις ή τηλε-εκπομπές θα μπορούσαν να μου δείξουν και γι αυτό θα τον ευγνωμονώ πάντα. 
Αυτός ήταν τρομαγμένος εξωτερικά, εγώ ήμουν εσωτερικά και ήταν για μένα η ώριμη ώρα να προχωρήσω και να μάθω να αγαπώ βαθειά κι αληθινά. 

 Είχε έρθει η στιγμή να προσφέρω σε όλους τους γύρω μου αυτά που παρασυρμένος από τις προκαταλήψεις, οι οποίες συνοδεύουν απαραίτητα τις κοινωνικές συμβάσεις ή είναι αποτέλεσμα της συμπεριφοράς των άλλων, κρατούσα κρυφά κι απόκρυφα. 

 Πολλοί θέλουν να είναι πλούσιοι, επιτυχημένοι, αρεστοί, όμορφοι… 
 Σε ό,τι αφορούσε όμως εμένα, ήξερα ότι η προσπάθειά μου στο εξής θα ήταν να μοιάσω στον Άσχημο. 

« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια